- εντειχίζω
- ἐντειχίζω (AM)1. τειχίζω, οχυρώνω («ἐν δὲ ταῑς πόλεσι ἀκροπόλεις ἐντειχίζειν», Ισοκρ.)2. μέσ. ἐντειχίζομαια) περιβάλλω με τείχος, οχυρώνωβ) περιορίζω μέσα στο τείχος, πολιορκώ.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐντειχίζω — build pres subj act 1st sg ἐντειχίζω build pres ind act 1st sg ἐντειχίζω build pres subj act 1st sg ἐντειχίζω build pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εντειχίζω — εντείχισα, εντειχίστηκα, εντειχισμένος, μτβ., προσαρμόζω κάτι μέσα σε τείχος ή σε τοίχο, εντοιχίζω: Στο σπίτι του ποιητή υπάρχει εντειχισμένη αναμνηστική πλάκα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐντειχισάντων — ἐντειχίζω build aor part act masc/neut gen pl ἐντειχίζω build aor imperat act 3rd pl ἐντειχίζω build aor part act masc/neut gen pl ἐντειχίζω build aor imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντετειχισμένα — ἐντειχίζω build perf part mp neut nom/voc/acc pl ἐντετειχισμένᾱ , ἐντειχίζω build perf part mp fem nom/voc/acc dual ἐντετειχισμένᾱ , ἐντειχίζω build perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχιζόμενοι — ἐντειχίζω build pres part mp masc nom/voc pl ἐντειχίζω build pres part mp masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχισάμενοι — ἐντειχίζω build aor part mid masc nom/voc pl ἐντειχίζω build aor part mid masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχίζειν — ἐντειχίζω build pres inf act (attic epic) ἐντειχίζω build pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχίζεται — ἐντειχίζω build pres ind mp 3rd sg ἐντειχίζω build pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχίσασθαι — ἐντειχίζω build aor inf mid ἐντειχίζω build aor inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐντειχίσοιεν — ἐντειχίζω build fut opt act 3rd pl ἐντειχίζω build fut opt act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)